Σάββατο 23 Μαΐου 2009

ΠΩΣ ΠΕΡΑΣΑ ΤΟ ΠΑΣΧΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΜΟΥ!

Από τον Φεβρουάριο, ο σκεπτικισμός του μπαμπά μου, για την παγκόσμια, αλλά και την οικογενειακή μας οικονομία, μεγάλωνε. Σε μια σειρά οικογενειακών διαβουλεύσεων, και ενώ παρατείνονταν η αβεβαιότητα των Πασχαλινών διακοπών, αποφασίσθηκε μια σειρά επαφών εμού και της μητρός μου, φαινομενικά τυχαίων, αλλά ουσιαστικά προγραμματισμένων προς άγραν Πασχαλινής προσκλήσεως. Κρατώντας εμένα αγκαλιά, άρχισε να με περιφέρει από οικίας εις οικίαν, αλλά εις μάτην… Κανείς δεν μας καλούσε –ακόμη και η γιαγιά η Φούλα το έπαιζε τρελίτσα- και ο εκνευρισμός και η ανησυχία καταλάμβανε όλη την οικογένεια. Και ξαφνικά ο Θεός μας λυπήθηκε, ή μάλλον η νονά μου. Τον θυμάστε αυτόν τον στρυφνό, ζοχάδα της νονάς μου, τον Γιάννη? Ε, λοιπόν μας πήρε τηλέφωνο και μας κάλεσε στο sale του στο βουνό. Τρελαθήκαμε οικογενειακώς από ευτυχία.


Ξεκινήσαμε Μεγάλη Πέμπτη και μετά από μια στάση στα Καμένα Βούρλα, το βραδάκι φτάσαμε στο Γαρδίκι. Το σπίτι μεγάλο και ωραίο. Το πρωί της Μεγ. Παρασκευής χόρτασα παιχνίδι στα χώματα. Οι μεγάλοι έκαναν διάφορες δουλειές και εμένα με είχαν ξεχάσει στην αυλή. Σκέτη απόλαυση! Το Βράδυ πήγαμε στον Επιτάφιο. Ο καιρός ήταν καταπληκτικός.



Το Μεγ. Σάββατο πρωί-πρωί πήγαμε για να μεταλάβουμε κι από ‘κει στη Μακρακώμη για ψώνια. Οι μεγάλοι πήγαν super market και μετά για καφέ. Εγώ έφαγα πίτσα. Το απόγευμα ο μπαμπάς με το Γιάννη σούβλισαν το αρνί και η μαμά με τη νονά ετοίμαζαν μαγειρίτσα για το βράδυ. Η αδερφή μου τα έχει παίξει εντελώς! Κάθετε στο δωμάτιο της ακούγοντας μουσική ή μιλώντας στο κινητό με την ξαδέρφη μας την Έλενα. Τραβάει μεγάλο ζόρι αυτή η κοπέλα. Για δεύτερη μέρα συνεχίζω ασύδοτος να είμαι χωμένος στα χώματα. Στην Ανάσταση το βράδυ, αφού για μια ώρα με είχαν στο μπάνιο για να φύγει η λασπουριά, ντυμένος σαν γαμπρός. Μετά το «Χριστός Ανέστη» πήγαμε σπίτι για την μαγειρίτσα

Κυριακή του Πάσχα και πρωί-πρωί ξύπνησε ο μπαμπάς, άναψε φωτιά κι έβαλε το αρνί στη ψησταριά. Εμείς οι υπόλοιποι αρχίσαμε να ξυπνάμε μετά τις 10:00. Ο καιρός φανταστικός και η φύση γύρω πανέμορφη. Εγώ ξανάπιασα δουλειά στα χώματα και η αδερφή μου συνέχισε να τηλεφωνεί στην Έλενα. Οι μεγάλοι γύρω απ΄ το αρνί τρώγανε και χόρευαν! Το μεσημέρι κατέβασαν και το αρνί απ’ τη φωτιά. Καθίσαμε γύρω απ’ το Πασχαλιάτικο τραπέζι και άρχισε το φαγοπότι, και κράτησε μέχρι αργά το απόγευμα. Τη Δευτέρα το πρωί καθαρίσαμε το σπίτι, φάγαμε, πήραμε με τη βοήθεια της νονάς χωρίς να το καταλάβει ο Γιάννης, το μισό αρνί για να τρώμε την υπόλοιπη εβδομάδα, και το απόγευμα φύγαμε για Αθήνα.



Λοιπόν, ΠΕΡΑΣΑΜΕ ΟΜΟΡΦΑ! Ας είναι καλά η νονά μου και ο Γιάννης της!